- μορφωτική
- μορφωτικόςgiving shapefem nom/voc sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
MENT B.C. — MENT Leagues Greek B League Founded 1926 History 1926 Present … Wikipedia
Гривас, Теодорос — Теодорос Гривас В Википедии есть статьи о других людях с такой фамилией, см. Гривас. Теодорос Гривас (греч … Википедия
ακρωνύμια — τα Γλωσσ. λέξεις που σχηματίζονται από το αρχικό ή τα αρχικά γράμματα περιφραστικών ονομασιών ή τίτλων. Συνήθως τα ακρωνύμια δηλώνουν ονόματα κρατών, οργανισμών, εταιρειών, ενώσεων ή ιδρυμάτων συχνή είναι επίσης η χρήση τους στην πολιτική και την … Dictionary of Greek
διδακτική — Κλάδος που έχει αντικείμενο τη μελέτη των αρχών και των μεθόδων διδασκαλίας. Είναι κυρίως πρακτική επιστήμη που μελετά την έννοια της μάθησης, τον τρόπο με τον οποίο μαθαίνουμε, τα μέσα και τις συνθήκες που διευκολύνουν τη διαδικασία αυτή και τον … Dictionary of Greek
κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… … Dictionary of Greek
Αγγλοελληνικές συμβάσεις — Συμφωνίες που έχουν συναφθεί ανάμεσα στην Ελλάδα και τη Μεγάλη Βρετανία σε θέματα σχετικά με το εμπόριο, τη ναυτιλία, τις αεροπορικές συγκοινωνίες, τη φορολογία των επιχειρήσεων κλπ. Οι κυριότερες από τις συμβάσεις αυτές, κατά τομέα και… … Dictionary of Greek
Αθήναιον — I Ορεινός οικισμός (υψόμ. 700 μ., 149 κάτ.) στην πρώην επαρχία Μαντινείας του νομού Αρκαδίας. Βρίσκεται στα δυτικά των πηγών του Αλφειού, κοντά στα σύνορα με την πρώην επαρχία Μεγαλόπολης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Βαλτετσίου. II Τοπωνύμια… … Dictionary of Greek
Αϊτή — Νησιωτικό κράτος της Καραϊβικής θάλασσας, στην Κεντρική Αμερική.Βρέχεται στα Β από τον Ατλαντικό ωκεανό, στα Δ και Ν από την Καραϊβική θάλασσα, ενώ στα Α συνορεύει με τη Δομινικανή Δημοκρατία, με την οποία μοιράζονται το έδαφος του νησιού… … Dictionary of Greek
Αλκουίνος — (Alcuin, 735 – 804 μ.Χ.). Άγγλος φιλόσοφος, ελληνιστής και θεολόγος. Υπήρξε δάσκαλος του Καρλομάγνου και ανέπτυξε κοντά του πλουσιότατη εκπαιδευτική και μορφωτική δραστηριότητα. Θερμός φίλος των ελληνικών γραμμάτων, συνέβαλε αποφασιστικά στη… … Dictionary of Greek
ΑΧΕΠΑ — (AHEPA). Ονομασία που προέρχεται από τα αρχικά των λέξεων American Hellenic Educational Progressive Association και σημαίνει Αμερικανοελληνική Εκπαιδευτική Προοδευτική Εταιρεία. Ιδρύθηκε το 1923 στην Ατλάντα της Γεωργίας των ΗΠΑ. Κύριος σκοπός… … Dictionary of Greek